Ανακοίνωση «Δημοκρατικής Ευθύνης» 26 Οκτωβρίου 2016
Η Συμφωνία του Eurogroup στις 25-5-2016, προβλέπει μεταξύ άλλων πως οι ουσιαστικές ρυθμίσεις για το Ελληνικό χρέος θα αποφασισθούν προς το τέλος της ολοκλήρωσης του ισχύοντος Προγράμματος, δηλαδή στα μέσα του 2018.
Μέχρι τότε, κάποιες βραχυπρόθεσμες ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται εξάλλου και στο προσχέδιο του Προϋπολογισμού του 2017 όπως εξομάλυνση λήξεων, σταθεροποίηση δαπανών για τόκους, θα μπορούσαν παράλληλα με την εφαρμογή του Προγράμματος να πραγματοποιηθούν.
Οι αποφάσεις εκείνες χαιρετίσθηκαν και προβλήθηκαν σαν σημαντική επιτυχία απ’ την κυβέρνηση και ιδιαίτερα απ΄ τον Πρωθυπουργό.
Σήμερα λίγους μήνες μετά, το πρόβλημα του χρέους επανέρχεται με ιδιαίτερη βαρύτητα σαν κεντρικό πρόβλημα της χώρας, χρησιμοποιείται σαν μια παραλλαγή της προεκλογικής εκστρατείας ψεύδους και εξαπάτησης περί διαγραφής του, καθώς και τις ίδιες εκβιαστικές λογικές της περυσινής διαπραγματευτικής τραγωδίας απ’ τον πρωθυπουργό και την Κυβέρνηση.
Τη λογική αυτή δυστυχώς φαίνεται ν’ ακολουθούν τα μέσα ενημέρωσης και τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Μια τέτοια εκβιαστική διεκδίκηση εντός του 2016 που είναι εκτός της πρόσφατης Συμφωνίας, αποτελεί συνέχεια της περυσινής αντιευρωπαϊκής στρατηγικής των τυχοδιωκτισμών, και των τεράστιων αδιεξόδων που έχει προκαλέσει σε όλα τα επίπεδα η σημερινή κυβέρνηση.
Αντίθετα απ’ ότι επικαλείται η κυβέρνηση και τα κόμματα της λαϊκίστικης αντιπολίτευσης για τα επόμενα τουλάχιστον δύο χρόνια, ακόμη και αν γίνει τώρα η ουσιαστική ρύθμιση του χρέους , ελάχιστες επιπτώσεις θα έχει στη ζοφερή μας οικονομική πραγματικότητα , του φορολογικού στραγγαλισμού της πραγματικής οικονομίας, της επενδυτικής αποχής, της φυγής των επιχειρήσεων, της απαξίωσης των θεσμών, την τελμάτωση των διαρθρωτικών αλλαγών όπως είναι οι αποκρατικοποιήσεις, την κατρακύλα της χώρας στις τελευταίες θέσεις ανταγωνιστικότητας στην παγκόσμια κατάταξη.
Η ουσιαστική ρύθμιση του χρέους, που στο μέγιστο ποσοστό του έχει αναληφθεί απ΄ τους Εταίρους μας, με το εξαιρετικά χαμηλό μέσο επιτόκιο δανεισμού 1,8%, χρήσιμη και απαραίτητη, μπορεί να αποφασισθεί όπως έχει συμφωνηθεί για δεύτερη φορά, όταν η χώρα πάψει να παράγει νέα ελλείμματα, επανέλθει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και βγει απ’ τον νέο φαύλο κύκλο της σημερινής διακυβέρνησης.
Μόνον τότε η ρύθμιση είναι εφικτή στηριζόμενη σε ρεαλιστικές εκτιμήσεις βιωσιμότητας του χρέους. Για τη σημερινή κατάρρευση, δεν φταίει το χρέος που δεν ρυθμίστηκε για το απώτερο μέλλον, αλλά το πολιτικό προσωπικό της χρεοκοπίας , που δεν εμπνέει καμιά εμπιστοσύνη, ούτε στις αγορές, ούτε στους επενδυτές, ούτε στους εταίρους μας, ούτε στους Έλληνες πολίτες.
Η ανάκτηση της εμπιστοσύνης απαιτεί και πέραν των μνημονίων πολιτικές που παράγουν αποτελέσματα απ’ την εφαρμογή τους. Μόνον τότε οι υποσχεθείσες ρυθμίσεις θα πιάσουν τόπο και θα συμβάλλουν καθοριστικά στην έξοδο της χώρας απ’ το τέλμα και την παρακμή. Η πολιτική μπορεί να παράγει ψεύδος, αλλά το ψεύδος ποτέ δεν οδηγεί σε λύσεις.