Ο κ. Παπαλιάγκας στην τηλεοπτική του συνέντευξη στη Θεσσαλία TV μίλησε για τα εθνικά θέματα αλλά και την οικονομία της χώρας μας.
– Για τα Εθνικά θέματα έκανε σαφές ότι η Ελλάδα στερείται συνολικής στρατηγικής ασφάλειας, και αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο άνοιξε η κυβέρνηση πολλά θέματα ταυτόχρονα, χωρίς όμως κανένα πρόβλημα να έχει μέχρι σήμερα λυθεί, είτε αυτό έχει να κάνει με τα βόρεια σύνορά της, είτε με τα θέματα που έχουν προκύψει με την Τουρκία. Συγκεκριμένα για το θέμα των Σκοπίων ο κ. Παπαλιάγκας ανέφερε ότι η κυβέρνηση δεν θα έπρεπε να ασχολείται μόνο με το όνομα αλλά πολύ περισσότερο με τα όσα άπτονται του επεκτατισμού, τα θεσμικά και τα συνταγματικά. Μετά από μία διαδικασία οικοδόμησης εμπιστοσύνης, στην οποία θα λυθούν προηγουμένως τα παραπάνω, το θέμα θα τεθεί σε πιο ώριμες συνθήκες, ξεκαθαρίζοντας ότι κατ’ αρχήν η Δημοκρατική Ευθύνη δεν θα επιθυμούσε να δοθεί το όνομα Μακεδονία. Όμως το θέμα τότε μπορεί να συζητηθεί υπό άλλες συνθήκες και προϋποθέσεις. Για την ένταση με την Τουρκία διευκρίνισε ότι μέχρι σήμερα η Ελλάδα δεν έχει χρησιμοποιήσει τη διπλωματική οδό σε όλα τα πρόσφατα περιστατικά ούτε προέβαλε την αποτρεπτική της ισχύ στο Αιγαίο, όπως έπρεπε, περνώντας έτσι λάθος μηνύματα.
– Για την οικονομία ο πολιτικός επικεφαλής της Δημοκρατικής Ευθύνης έκανε σαφές ότι δεν θα έχουμε “καθαρή έξοδο” από το Μνημόνιο, καθώς η χώρα μας δεν είναι σε θέση να αποπληρώσει ούτε τα χρεωλύσια αλλά ούτε και να φτάσει σε ανάλογα ποσοστά πρωτογενούς πλεονάσματος. Με δεδομένη τη δραματική απίσχναση της αγοράς και της παραγωγής, οποιαδήποτε έξοδος φαντάζει πρακτικά αδύνατη. Η ανάπτυξη μπορεί να ξεκινήσει μόνο αφού συμβεί μια γενικότερη αναδιάρθρωση του κράτους, τόνισε ο κ. Παπαλιάγκας και αυτό θα έπρεπε να το έχουμε πράξει πολλά χρόνια πριν. Αναφέρθηκε μάλιστα στην πρόταση της Δημοκρατικής Ευθύνης για το επιτελικό κράτος, στο οποίο τα υπουργεία θα έπρεπε να λειτουργούν με αμιγώς επιτελικές αρμοδιότητες και στις κεντρικές υπηρεσίες να υπηρετούν συνολικά για όλα τα Υπουργεία – πλην αυτών των Εξωτερικών και Άμυνας – με έναν περιορισμένο αριθμό εξειδικευμένων υπαλλήλων μέχρι 7.000, οι οποίοι θα καταστρώνουν τη στρατηγική και τις βασικές πολιτικές. Οι δε υπόλοιποι βεβαίως δεν θα απολυθούν αλλά θα μετακινηθούν σε αποκεντρωμένες δομές και θα εφαρμόζουν τις σχεδιαζόμενες πολιτικές. Ο πολίτης θα πρέπει να κάνει την οποιαδήποτε συναλλαγή με το κράτος μόνο μέσω των ΚΕΠ, ενώ οι υπόλοιπες διαδικασίες θα γίνονται εσωτερικά με τη διασύνδεση των υπηρεσιών μεταξύ τους. Ο πολίτης δεν θα πρέπει να αναζητά κανένα δικαιολογητικό, αλλά αυτά να αναζητούνται μέσω της μηχανογραφικής διασύνδεσης των υπηρεσιών. Είναι πολύ εύκολο, αρκεί να υπάρχει βούληση, δεδομένου ότι σε μεγάλο βαθμό τα συστήματα ήδη υπάρχουν.
