Η εμμονή του Υπουργού Δικαιοσύνης να προβεί στον ορισμό της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων λίγες μέρες πριν τις εκλογές, οι οποίες μάλιστα έχουν προαναγγελθεί επισήμως από τον Πρωθυπουργό, είναι ενδεικτική της πλήρους έκλυσης των πολιτικών ηθών, την οποία η κυβέρνηση εκφράζει απολύτως. Κατά τη συνταγματική τάξη, θα πρέπει να γίνει αυτό από την νέα κυβέρνηση, δεδομένης μάλιστα και της προφανούς δυσαρμονίας της βούλησης του εκλογικού σώματος ως προς τη σύνθεση της Βουλής. Είναι ανεπίτρεπτο μία κυβέρνηση που έχει αποδοκιμαστεί τόσο προφανώς και τόσο προσφάτως από το εκλογικό σώμα να προσπαθεί να δεσμεύσει την όποια επόμενη με μία τόσο κρίσιμη θεσμική επιλογή.
Η Δημοκρατική Ευθύνη έχει μιλήσει από καιρό για αλλαγή του τρόπου εκλογής (και όχι επιλογής) της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων στην κατεύθυνση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης από την εκτελεστική εξουσία. Αυτό μπορεί να γίνει από εκλεκτορικά σώματα, ένα για κάθε ανώτατο δικαστήριο, με τη συμμετοχή δικαστών και εκπροσώπων των Δικηγορικών Συλλόγων. Αυτή η τομή είναι αναγκαία για λόγους θεσμικής εξισορρόπησης, καθώς ουσιαστικά ο Πρωθυπουργός συγκεντρώνει στο πρόσωπό του τον έλεγχο και των τριών εξουσιών, δηλαδή της νομοθετικής, της εκτελεστικής αλλά κατ’ ουσίαν και της δικαστικής. Λειτουργεί ως προς τις αρμοδιότητες και λόγω της υπερσυγκέντρωσής τους σχεδόν σαν μονάρχης. Αυτό απαιτεί οπωσδήποτε αναθεώρηση.